rearing records - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

rearing records - translation to ρωσικά

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Rearing; Rear (disambiguation)

rearing records      
учёт выращивания молодняка
public records         
RECORDS ORIGINATING WITH OR MAINTAINED BY A GOVERNMENT AND AVAILABLE FOR ACCESS BY THE PUBLIC
Public record; Record (administrative); Public Record; Local records; Town records; Administrative documents; Public records request; Public records requests
судебные протоколы
regain         
SWEDISH RECORD LABEL
Wrong Again Records; Regain; Per Gyllenbäck

Ορισμός

public record
n. any information, minutes, files, accounts or other records which a governmental body is required to maintain and which must be accessible to scrutiny by the public. This includes the files of most legal actions. A court will take "judicial notice" of a public record (including hearsay in the record) introduced as evidence. For example: a recorded deed to show transfer of title or a criminal judgment are both public records.

Βικιπαίδεια

Rear
Μετάφραση του &#39rearing records&#39 σε Ρωσικά